Συνλήφθη ένας από τους μεγαλύτερους στρατολόγους τζιχαντιστών στην Ευρώπη, ο οποίος ήταν γνωστός με παρατσούκλι «Ελ Ταλιμπάν».
Ο Μουσταφά Μάγια Αμάγια συνελήφθη στη Μελίγια, ισπανικό θύλακα στη βόρεια Αφρική, όπου δρούσε ως επικεφαλής στρατολόγησης τρομοκρατών. Γεννήθηκε το 1963 στις Βρυξέλλες και προέρχεται από οικογένεια Ισπανών ρομά.
Το 2014 συνελήφθη ως επικεφαλής μεγάλου δικτύου στρατολόγησης τρομοκρατών. Το 2018 καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια φυλάκιση. Στο βούλευμά τους, οι δικαστές περιέγραψαν τον Αμάγια ως «διευθυντή και συντονιστή ενός από τα μεγαλύτερα δίκτυα στρατολόγησης και αποστολής ριζοσπαστικοποιημένων ισλαμιστών για να ενταχθούν σε τζιχαντιστικές τρομοκρατικές οργανώσεις».
Καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, στρατολογούσε τρομοκράτες μέσω των κοινωνικών δικτύων. Βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με άλλους Ευρωπαίους μουσουλμάνους τους οποίους στρατολογούσε μέσω του Διαδικτύου για να ταξιδέψουν σε χώρες όπως η Συρία, η Λιβύη ή το Μάλι και ενεργούσε σε συνεννόηση με άλλα άτομα για την επίτευξη του στόχου του.
Σύμφωνα με πληροφορίες, συνελήφθη νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα κατά τη διάρκεια επιχείρησης της ισπανικής αστυνομίας κατά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας.
Top Europe's Jihadist Recruiter, Mustafa #Maya #Amaya, Arrested in #Melilla, #Spain, North Africa
— TRACTerrorism (@TracTerrorism) October 24, 2023
Read more: https://t.co/hf4DzlPyh4 pic.twitter.com/yzLasqYuAZ
Ο κρατούμενος γεννήθηκε στις Βρυξέλλες από οικογένεια Ρομά. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στη Μελίγια για να ξεκινήσει μια διαδικασία τζιχαντιστικής ριζοσπαστικοποίησης. Το δίκτυο που δημιούργησε περιελάμβανε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης τζιχαντιστών στη Μελίγια για να στέλνει αργότερα τους στρατολογημένους σε ζώνες συγκρούσεων.
Επίσης, είχε συλληφθεί αρκετές φορές κατά τη δεκαετία του 1990 για διακίνηση ναρκωτικών. Μουσταφά Μάγια Αμάγια, όπως αναφέρουν βελγικά μέσα, συνελήφθη στο σπίτι του στον ισπανικό θύλακα της Μελίγια.
Ο κατηγορούμενος είχε τη βοήθεια τεσσάρων μελών ευρύτερου δικτύου δικτύου (βελγικής, τυνησιακής και γαλλικής υπηκοότητας), οι οποίοι καταδικάστηκαν σε έξι χρόνια φυλάκισης και οι οποίοι αναγνώρισαν στη δίκη ότι επικοινώνησαν με τον αρχηγό του πυρήνα επειδή ενδιαφέρονταν να ταξιδέψουν στη Συρία “για να πολεμήσουν κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ και να διεξάγουν τζιχάντ”.